Ιωάννης Μίας - Στον αγνοούμενο πατέρα μου Εκτύπωση

Πατέρα μου αγνοούμενε, στον νου μου πάντα σ' έχω,
και τη μορφή σου δεν ξεχνώ, να διώξω δεν αντέχω.
Ήσουν για μας το στήριγμα στα παιδικά μας χρόνια,
για μας μοχθούσες πάντοτε, και με βροχές και χιόνια.

 

Με καλοσύνη και στοργή μας έδειχνες τον δρόμο
της ανθρωπιάς και της τιμής, υπακοής στον νόμο.
Χαιρόσουν που μας έβλεπες να ζούμ' ευτυχισμένοι,
και στον αγώνα της ζωής να ΄μαστε κερδισμένοι.

 

 

Μα ήρθαν χρόνοι δίσεχτοι, χρόνοι δυστυχισμένοι
που η Τουρκιά μάς πλάκωσε, να ΄ναι καταραμένη.
Αιχμάλωτο σε πιάσανε, μαζί με τόσους άλλους.
Η τύχη σας μας έβαλε σε καημούς μεγάλους.

 

Αρχίσαμε να ψάχνουμε, ρωτώντας ΄δω και κείθε.
Όμως τα χρόνια πέρασαν... κανένας δε σας είδε.
Σ' έναν κατάλογο μακρύ γράφτηκε τ' όνομά σας,
πως είστε αγνοούμενοι είναι το ζήτημά σας.

 

Μες στη φωτογραφία σου σε βλέπω λυπημένο.
Με απορία με κοιτάς, το βλέμμα σου θλιμμένο.
Σαν να ρωτάς "Τι έγινες;  Τι γίνανε οι άλλοι;"
Να σ' απαντήσω δεν μπορώ, θα σπάσει το κεφάλι.

 

Πατέρα μου, τι έφταιξες; Γιατί σ' έχουν σκοτώσει;
Τι έγκλημα είναι αυτό, και αδικία τόση;
Ρωτήματ' αναπάντητα, σκέψεις που βασανίζουν
και το μυαλό και την καρδιά, βαρβάρους μας θυμίζουν...