Λάθη στις ταυτοποιήσεις αγνοουμένων |
του Χριστόφορου Σκαρπάρη Δευτέρα, 16 Φεβρουαρίου 2015 Ο Φιλελεύθερος
Η υπόθεση του αγνοούμενου Γ. Φορή από την Άσσια, την οποία έφερε στο φως της δημοσιότητας η εφημερίδα Φιλελεύθερος (13/2/15), είναι ένα θλιβερό γεγονός που επέτεινε την αγωνία της οικογένειάς του και όλων των συγγενών αγνοουμένων. Ταυτόχρονα έπληξε την αξιοπιστία των εργασιών της Διερευνητικής Επιτροπής για τους Αγνοουμένους (ΔΕΑ). Το πιο κάτω κείμενο εξετάζει τις συνθήκες κάτω από τις οποίες διεξάγονται οι διαδικασίες εντοπισμού και ταυτοποίησης των λειψάνων αγνοουμένων σε συνάρτηση με το έγκλημα των μετακινήσεων χώρων ταφής, που συνδέεται άμεσα με την πιο πάνω υπόθεση.
Σε αντίθεση με τις περιπτώσεις όπου οι αρχικοί χώροι ταφής παρέμειναν άθικτοι, οι περιπτώσεις στις οποίες αποδείχτηκε πως οι τάφοι βεβηλώθηκαν και διαταράχθηκαν από την προσπάθεια των κατοχικών αρχών να μετακινήσουν σε άγνωστο μέρος τα λείψανα αγνοουμένων, στοχεύοντας να εξαφανίσουν τα τεκμήρια των εγκλημάτων πολέμου που διέπραξε ο τουρκικός στρατός εισβολής το 1974, αποτελούν ένα τεράστιο πρόβλημα, απότοκο του οποίου είναι και η υπόθεση Γ. Φορή.
Όταν εντοπίζεται ένας άθικτος τάφος με τις σορούς σε ανατομική διάταξη (ολόκληρους), τόσο η επιστημονική εργασία των αρχαιολόγων όσο και αυτή των δικανικών ανθρωπολόγων στο ανθρωπολογικό εργαστήριο της ΔΕΑ είναι μεν χρονοβόρα και επίπονη αλλά διεξάγεται κάτω από συνθήκες που αποκλείουν σοβαρά λάθη. Έχοντας όλα ή σχεδόν όλα τα οστά ενός λειψάνου, οι ανθρωπολόγοι έχουν τη δυνατότητα να συναρμολογήσουν με ελάχιστο βαθμό αμφιβολίας το σκελετικό υλικό και να είναι πλέον σίγουροι ότι μετά τη δειγματοληπτική ταυτοποίηση DNA θα επιστρέψουν στους συγγενείς ολοκληρωμένα και σωστά τα λείψανα των οικείων τους για ταφή.
Στις περιπτώσεις όπου είτε για φυσικούς λόγους (π.χ. άταφοι σοροί ή επιφανειακές ταφές που λόγω της επίδρασης στοιχείων της φύσης) ή λόγω ακούσιας ανθρώπινης επέμβασης (π.χ. όργωμα ενός επιφανειακού τάφου και διασκορπισμός των οστών) και ειδικά στις περιπτώσεις των σκοπίμως μετακινηθέντων τάφων, το έργο των επιστημόνων καθίσταται εξαιρετικά δύσκολο και αφήνει περιθώρια τραγικών λαθών.
Η υπόθεση στο Ορνίθι εμπίπτει στην τελευταία κατηγορία, της εσκεμμένης μετακίνησης των λειψάνων, η οποία άφησε πίσω της χιλιάδες μικρά οστά ή θραύσματα οστών, τα οποία ήταν εξ αρχής πολύ δύσκολο έως αδύνατο να ταυτοποιηθούν ανθρωπολογικά. Μόνο η μέθοδος DNA θα μπορούσε να αποφύγει τα όποια λάθη, νοουμένου πως όλα τα οστά μπορούσαν να παράσχουν τη δυνατότητα αποκόμισης γενετικού υλικού. Εδώ γεννιέται και η πρώτη διαμαρτυρία μας για την αδυναμία εφαρμογής αυτή της μεθόδου σε όλα τα αξιοποιήσιμα ευρήματα. Η δικαιολογία του υπερβολικού κόστους δεν τίθεται καν για σχολιασμό. Τόσο η ΔΕΑ, όσο και η Κυπριακή Δημοκρατία όφειλαν να εξεύρουν τα απαραίτητα κονδύλια για να αποφευχθούν οι τραγικές συνέπειες που εξέθεσε η περίπτωση που δημοσιοποιήθηκε από τον Φιλελεύθερο.
Χωρίς η πιο πάνω εξήγηση να αποτελεί δικαιολογία για την ενδεχομένως πλημμελή συμπεριφορά της ΔΕΑ και για πιθανά λάθη των εμπλεκόμενων ανθρωπολόγων, για τα οποία το λόγο έχει η οικογένεια Φορή και οι εισαγγελικές αρχές της Κ. Δημοκρατίας, οφείλουμε να αντιμετωπίσουμε με νηφαλιότητα και αντικειμενικότητα το όλο ζήτημα, ώστε αφού αντιληφθούμε ότι η πρωταρχική αιτία της τραγικής αυτής υπόθεσης βρίσκεται στην απάνθρωπη και ήδη καταδικασθείσα από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (12/2/2015) πράξη της Τουρκίας, να στρέψουμε τις προσπάθειές μας στην άσκηση πιέσεων επί της κατοχικής χώρας, που είναι υποχρεωμένη από το διεθνές εθιμικό και ανθρωπιστικό δίκαιο να αποκαλύψει τους νέους χώρους ταφής και να επιτρέψει την απρόσκοπτη διεξαγωγή του έργου της ΔΕΑ για επιστροφή των δολοφονηθέντων συγγενών μας.
Χριστόφορος Σκαρπάρης |