Μνήμης Χάριν στον Φρανκ Αντωνίου |
Τώρα που το κενό μεγαλώνει η απουσία σου...
Αγαπημένε μας Φρανκ Αν τρεις μήνες μετά την αναχώρησή σου για την ποθεινή πατρίδα βρίσκουμε τα λόγια να επικοινωνήσουμε μαζί σου, είναι γιατί νιώθουμε πως κανένας θάνατος δεν μπορεί να διακόψει τη συνομιλία των ψυχών μήτε να χωρίσει τις καρδιές της αιώνιας φιλίας. Γιατί μόνο οι ψυχές, αδελφικέ μας φίλε, μπορούν να μεταλάβουν από το νάμα της ιερής αυτής μέθεξης όσα ποτάμια λήθης κι αν κυλούν από χώρες λωτοφάγων έως ανάμεσα στις όχθες του Αχέροντα. Μήτε έχουμε ανάγκη από κανένα της μυθολογίας νεκρομαντείο, για ν' αποδείξει την αλήθεια τέτοιας ακλόνητης βεβαιότητας. Η μνήμη μένει, λοιπόν, μιας φιλίας παντοτινής ν'ανθοβολεί με τα νεανικά χρώματα των ωραίων αναμνήσεων και ν' αναθάλλει στη νοσταλγική αναπόληση των αλλοτινών εκείνων εποχών. Είμαστε σίγουροι πως από τον φωτεινό και χλοερό τόπο της παραδείσιας σου κατοικίας θ' αφουγκράζεσαι τους κραδασμούς της φωνής μας: τα όσα αναθυμόμαστε από το διάβα της πολυκύμαντης ζωής σου και τα άλλα τόσα, που δεν παύουμε ν' ανιστορούμε όχι μόνο μέσα από τις σκληρές δοκιμασίες του βίου σου, μα προπάντων για τις χάρες της λεβεντιάς και της απέραντης καλοσύνης σου, το ενάρετο ήθος του πλούσιου ψυχισμού σου και το μεγαλείο της ανθρωπιάς σου. Τώρα που το κενό μεγαλώνει η απουσία σου, δεν έχουμε άλλο τρόπο παραμυθίας να το γεμίσουμε παρά με τα βιώματα και τις εμπειρίες της επίγειάς σου οδοιπορίας, αναπλάθοντας μερικές από τις καλές πραμάτειες της ογδοντάχρονης σου Ιθάκης.
Αριστούχος απόφοιτος το 1948 της Αγγλικής Σχολής Λευκωσίας, ρίχτηκες νωρίς στη βιοπάλη, αφού εργάστηκες τα πρώτα χρόνια στο τμήμα εκδόσεων διαβατηρίων, μέχρι που σε γνώρισε και σ' εμπιστεύτηκε ο Αναστάσιος Λεβέντης, για να σε εργοδοτήσει στη Νιγηρία ως διευθυντή πωλήσεων αυτοκινήτων. Κι εκεί στην αφρικανική χώρα των δεκαετιών του '50 και '60 για δεκατέσσερα ολάκερα χρόνια δούλεψες σκληρά, απ' όπου σου δόθηκε, ωστόσο, η ευκαιρία να γνωρίσεις τον κόσμο της περιπέτειας και της γνώσης μέσα από όμορφες ταξιδιωτικές εξορμήσεις· αυτές που μοιραζόσουν με τον καλύτερό σου φίλο, τον άλλο αθεράπευτο λάτρη των ταξιδιών. Πολυταξιδεμένος και κοσμοπολίτης, αλλά και πατριδολάτρης γύρισες στον τόπο σου το 1969, για ν' ανοίξεις το δικό σου γραφείο εξαγωγών και σαν σ' ελληνική ταινία να παντρευτείς τη γραμματέα σου, την αγαπημένη σου Χρυστάλλα. Κι ο κυπριακός γάμος, που ποθούσες, δεν θα μπορούσε να μη γίνει στο χωριό σου την Άσσια ανάμεσα σε συγχωριανούς, φίλους και συγγενείς, που τους είχες στερηθεί για τόσα χρόνια. Κι όμως, τη χαρά του επαναπατρισμού και την απόκτηση της πρώτης σου κορούλας σκέπασε η τραγωδία του ξεριζωμού, αλλά και η οικογενειακή οδύνη από το βαρύ τίμημα που πλήρωσε η Άσσια στην εισβολή. Ένα πλήθος σκοτωμένων, νεκρών και αγνοούμενων κι ανάμεσά τους ο γιος της αδελφής σου, ο εικοσιενάχρονος Αντώνης Καφάς, ένας άλλος ήρωας του '74, που πριν τρία χρόνια ταυτοποιήθηκαν, επιτέλους, τα οστά του. Κι ήταν τότε που με τον σπαραγμό της κατεχόμενης γης σου πήρες τον δρόμο της προσφυγιάς για την Αθήνα κι ύστερα για τις Αραβικές χώρες του ξενιτεμού και της επιβίωσης. Και στο Νταμάμ της Σαουδικής Αραβίας η ζωή σου έγινε ακόμα πιο δύσκολη ανάμεσα στη δουλειά, τις δυο σου μικρές κόρες, τη Μαρία και τη Νάνσυ, και τις σπουδές σου με αλληλογραφία, γιατί αποκτώντας ένα μεταπτυχιακό δίπλωμα θα βελτίωνες τις μισθοδοτικές σου απολαβές. Ήξερες πως στερούσες από τα παιδιά σου πολύτιμο χρόνο, αλλά ταυτόχρονα τους στάθηκες πρότυπο φιλομάθειας και χαλκέντερης επιμονής, καταφέρνοντας να πάρεις από αμερικανικό πανεπιστήμιο Μ.Α. στη Διοίκηση Επιχειρήσεων. Κι όταν η οικογένειά σου γύρισε στην Κύπρο, εσύ προτίμησες να μείνεις στα Εμιράτα για κάμποσα χρόνια, προκειμένου να τους εξασφαλίσεις την οικονομική άνεση και στα κορίτσια σου πλατιές πανεπιστημιακές σπουδές. Ένας καλός πατέρας με θυσίες αυταπάρνησης και στέρησης της οικογενειακής εστίας, που επιστρέφοντας ύστερα στη θαλπωρή της έγινες ο αφοσιωμένος παππούς των τριών πολυαγαπημένων εγγονιών σου. Να τα νουθετείς με την καλή παιδαγωγία της αγάπης και να τους χαρίζεις το χαμόγελο της ευγένειας και της αρχοντιάς σου.
Ωστόσο, δεν έπαψες ποτέ να πονάς μπροστά στο σταυρωμένο σώμα της πατρίδας σου, να στοχάζεσαι τη μοίρα της και να προβληματίζεσαι για τ' αδιέξοδά της. Και ως ενεργός πολίτης αγωνιούσες να μεταφέρεις τις έγνοιες, τους προβληματισμούς και τις εισηγήσεις σου σε πολιτικούς παράγοντες και ιθύνοντες, αποστέλλοντας ακόμη τις επιστολές σου στους εκάστοτε προέδρους. Το πόσο σε λάμβαναν υπ' όψιν δεν σ' ένοιαζε καθόλου ούτε κι αν σε χαρακτήριζαν γραφικό, φτάνει που αγωνιζόσουν για τα δίκαια και τα νόμιμα της σκλαβωμένης σου πατρίδας.
Έφυγες μ' αυτό το πικρό παράπονο κι ας μην μπορούσες να το εκφράσεις τον τελευταίο καιρό στο κρεβάτι του βουβού πόνου και της αμίλητης θλίψης. Και μιας κι οι ψυχές μας συνομιλούν, το γνωρίζουμε καλά, λατρευτέ μας φίλε, πως η ψυχή σου θ' αναπαυτεί, άμποτε ο τόπος σου λυτρωθεί από τα δεινά της τουρκοκατοχής της.
Αντρέας & Χρυσόθεμις Χατζηπαναγή |