Τα ποιήματα που ακολουθούν είναι μέρος της ποιητικής συλλογής του Χριστόφορου Σκαρπάρη, με τίτλο «Ο Ίσκιος της ψυχής μου» Ποιήματα, Λευκωσία 1996
Εκείνο το Καλοκαίρι
Στη μέση εκείνου του πικρού καλοκαιριού αφήσαμε την τρυφερή μας νιότη να τριγυρνά μες τα χαλάσματα σπιτιών που τόσο αγαπήσαμε...
Όνειρα κρεμασμένα ακόμα στο καρφί ανάμεσα σε σκουριασμένα κλειδιά που δεν θ'ανοίξουνε ξανά μια πόρτα. Η σιωπή να πλανιέται σε στοιχειωμένα σήμαντρα κι ερημικά δρομάκια που άλλοτε πνίγονταν στο γιασεμί και στο τιτίβισμα παιδιών. Οι τελευταίες νεκροπομπές ανάγλυφες στη ραγισμένη μας θύμιση, τα μοιρολόγια αιώνων σφραγισμένα στα χείλη τόσα χρόνια...
Στη μέση εκείνου του πικρού καλοκαιριού αφήσαμε το τσακισμένο κατάρτι της ζωής μας.
1918
Ο χρόνος που κτίστηκε λαξεμένος στην πέτρα, μπροστά, στο κατώφλι. Το μικρό μπαλκονάκι από ξύλο μεράντι κατάντικρυ στον κάμπο. Στον ηλιακό δυο καρέκλες και οι τοίχοι ντυμένοι Ιστορία: Μακρυγιάννης και Διάκος, Αυξεντίου και Μάτσης. Ένας «Χάρτης Ελλάδος» και στην κόχη του κάτω η φτωχούλα μας Κύπρος.
Η αυλή νοτισμένη, μοσχοβόλαγε δυόσμο. Στο σχοινί απλωμένα τα ρούχα σαν πανιά καραβιών που αρμενίζαν. Ανοιγμένα παράθυρα, καλοκαίρι - χειμώνα, χελιδόνια να κόβουνε βόλτες. Τόσο φως που ταξίδευε σε φτερούγες ανάλαφρες, τρυφερό αεράκι κουβαλούσε στον κόρφο του μυρωδιές από φρέσκο ψωμί.
Χίλια εννιακόσια δεκαοκτώ, λαξεμένο στην πέτρα, μπροστά, στο μικρό μας κατώφλι.
Νύχτες Μαγιού
Μικροί, ονειρευόμαστε χειμώνες βροχερούς και δάση απάτητα. Εκεί, στη μέση του αιώνιου καλοκαιριού τ'απόσταγμα του ονείρου όχι, δεν ήταν τα μεγάλα σπίτια και τ' ακριβά αυτοκίνητα. Δεν ντραπήκαμε ποτέ για τη φτώχεια μας, ούτε για το λιγοστό ψωμί και τα πλιθαρένια καλύβια μας. Το βρόχινο νερό απ' την τρυπημένη στέγη το μαζεύαμε σε τσίγγινους κουβάδες με μιαν ευλάβεια σχεδόν ιερή - μ' αυτό ανασταίναμε το δυόσμο και το βασιλικό στα καλντερίμια μας.
Στην πυρωμένη Μεσαορία Δεν ξέραμε για μέταλλα «ευγενή», ούτε πολύτιμα πετράδια πήραμε στα χέρια μας ποτέ - μες τις τραχιές παλάμες των παππούδων μας σκάβαμε για χρυσάφι. Τις νύχτες του Μαγιού, ανήσυχοι όπως πάντα, με την ηλικία της άνοιξης στα νοτισμένα μάτια μας ο Σείριος κι ο Αποσπερίτης πανώρια φάνταζαν διαμάντια.
Ήταν μοιραίο να μεγαλώσουμε σε άλλη γη. Σε τόπους που είν' εχθρός του ανθρώπου το σκοτάδι. Εκεί, όπου η νύχτα η τρυφερή δεν φέρνει όνειρα και μυρωδιές των γιασεμιών. Εκεί, όπου τ' αστρα πνίγονται σε τόσο φως που δεν τα βλέπεις πια. Ήταν γραφτό να ζήσουμε μια δεύτερη ζωή. Ξένοι, με ξένα γύρω μας τα πάντα.
Καταχωρημένα άρθρα που αφορούν τον Χριστόφορο Σκαρπάρη:
Άσσια: οδοιπορικό στη γενέθλια γη
Νόστος εν τόπω χλοερώ
Ο θησαυρός της Χαρίτας Μάντολες |