Περί Κυπρίων Αγίων |
«Γνωστός ο θεός εν τοις Αγίoις Αυτού» Καθώς λέει η Γραφή, Σεβαστοί πατέρες και αγαπητοί αδελφοί.
Οι Άγιοι και Μάρτυρες της Εκκλησίας μας, δια μέσου των οποίων γίνεται αισθητή η παρουσία του Θεού εις τον κόσμον, και τους οποίους ολόκληρη η Ορθοδοξία σέβεται, θαυμάζει και επικαλείται, μην νομιστεί ότι ήταν κάτι το διαφορετικό από εμάς. Δεν ήσαν υπεράνθρωποι ήσαν και αυτοί άνθρωποι σαν κ' εμάς, με την ίδια ανθρώπινη φύση, με τα πάθη της και τις αδυναμίες της.
Εύλογα τώρα μπορεί να γεννηθεί το ερώτημα: Και τότε, πως έγινε, αυτοί οι άνθρωποι να μπουν στην σφαίρα της αθανασίας και τα ονόματα τους να προκαλούν παντοτινή εκτίμηση και θαυμασμό;
Η απάντηση αγαπητοί μου, βρίσκεται στο γεγονός ότι αυτοί οι άνθρωποι έζησαν με ένα διαφορετικό από εμάς τρόπο ζωής και τούτο, γιατί πίστεψαν σε κάτι, το οποίο δυστυχώς πολλοί άνθρωποι σήμερα υποτιμούν. Πίστεψαν στην ανεκτίμητη αξία της ανθρώπινης ψυχής, για την οποία ο Κύριος, μας δίνει την παρακάτω βαρυσήμαντη διαβεβαίωση Του: «Τί γάρ ωφελήσει άνθρωπον εάν κερδίση τόν κόσμον όλον και ζημιωθή την ψυχήν αυτού;» (Μάρκ .Η' 36-37). Γι' αυτό έταξαν σαν βασικό σκοπό και επιδίωξη της ζωής τους την σωτηρία της ψυχής τους! Μέσα από συνεχείς πνευματικούς αγώνες, που τους ενδυνάμωναν η ακλόνητη πίστη τους στον Ι. Χριστό και η απεριόριστη εμπιστοσύνη τους στην Αγάπη και Πρόνοια του Θεού Πατέρα, κατόρθωσαν πράγματα που για τους πολλούς φάνταζαν μακρινά και ακατόρθωτα. Αυτοί όμως, με την καθημερινή και ολόθερμη προσευχή τους, με νηστείες και αγρυπνίες, με έργα αγάπης και φιλανθρωπίας, κατάφεραν να επιβληθούν πάνω στην ύλη και να δαμάσουν την σάρκα τους και τις επιθυμίες της. Γι' αυτό δεν θάταν ίσως υπερβολή αν αυτόν τον τρόπο ζωής τους τον χαρακτηρίζαμε ως υπεράνθρωπον γιατί όπως λέει και ο Μέγας Αντώνιος «Όστις σάρκα ενίκησεν, ούτος φύσην ενίκησεν, ο δέ φύσην νικήσας, υπέρ φύσην εστίν». Έτσι κι' αυτοί απαγκιστρωμένοι από τα γήινα, περπάτησαν πάνω στα χνάρια του Σωτήρα μας και έζησαν μιαν άλλη ζωή, όπως αυτή που έζησε και ο Απ. Παύλος μετά την γνωριμία του με τον Κύριο, και έλεγε αργότερα το γνωστό: «Ζώ δέ ουκέτι εγώ, ζεί δέ εν εμοί Χριστός». Με την ενάρετη ζωή τους, έγινα σκευή και όργανα του Αγ. Πνεύματος το οποίο τους εξόπλιζε με Χαρίσματα και δυνάμεις με τις οποίες πραγματοποιούσαν «τέρατα και σημεία εν τω λαω πολλά» δια μέσου των οποίων γινόταν και γίνεται αισθητή, η παρουσία, η Αγάπη και η παντοδυναμία του Θεού είς τον κόσμον.
Οι Άγιοι και Μάρτυρες, παράλληλα με τον αγώνα τους για την δική τους προκοπή και σωτηρία, δεν παρέλειπαν και το κήρυγμα του Ευαγγελίου και το κάλεσμα του λαού στην Χριστογνωσία δεν εδίσταζαν ακόμα να ελέγχουν το κακό και την αμαρτία, να καταδικάζουν την εκμετάλλευση και την αδικία , και να καλούν τους ανθρώπους σε μετάνοια. Αυτή όμως η ζωή τους ,τους έφερνε πολλές φορές σε σύγκρουση με τις δυνάμεις του σκότους και τις ανομίας γι' αυτό και καταδιώχτηκαν, φυλακίστηκαν, βασανίστηκαν και πολλοί ,υπέστησαν και μαρτυρικόν θάνατον , όπως και ο Ιερομάρτυρας και θαυματουργός Άγιος Θεράπων ο οποίος σήμερα μας φιλοξενεί στο Ιερόν του Τέμενος.
Αυτοί οι άνθρωποι αγαπητοί μου δεν ήσαν λίγοι, δεν ήσαν πέντε - δέκα, είναι αμέτρητοι και αποτελούν «πυκνό σύννεφο» όπως τους παρομοιάζει ο Απ. Παύλος, το οποίο μας σκεπάζει και μας δείχνει τον δρόμο προς την πραγματική ευτυχία και την σωτηρία μας. Μέσα σ'αυτό το Νέφος των Αγίων και Μαρτύρων της Εκκλησίας μας, περιλαμβάνονται και μερικές εκατοντάδες Κυπρίων, τους οποίους συγκεντρωθήκαμε κι' εμείς εδώ σήμερα για να τιμήσουμε και να επικαλεσθούμε.
Η Κύπρος, που ως γνωστόν είναι η πρώτη χώρα που δέχτηκε τον Χριστιανισμό από τους Απ. Παύλον και Βαρνάβα το 45 μ.χ., και της οποίας ο λαός διακρινόταν πάντοτε για τη βαθιά του πίστη και ευσέβεια, εξαιτίας των πολλών Αγίων και Μαρτύρων της, πήρε και το προσωνύμιο «Νήσος των Αγίων».
Σε μια μελέτη που έκαναν οι πατέρες της Ι.Μ. Σταυροβουνίου, όλοι αυτοί οι Αγιοί της, κατατάσσονται σε 2 μεγάλες ομάδες:
Από όλους αυτούς τους Αγίους και μάρτυρες της εκκλησίας μας, θα προσπαθήσω, με τη μεγαλύτερη δυνατή συντομία, να παρουσιάσω μερικούς από τους πιο γνωστούς μας κατά χρονολογική σειρά.
Αρχίζουμε με τον Απ. Βαρνάβα ο όποιος είναι και ο ιδρυτής της Κυπρ. Εκκλησίας. Ο Β. γέννημα και θρέμμα της κυπριακής γης, έζησε στα Ιεροσόλυμα κατά τους χρόνους του Κ.Η.Ι.Χ., τον οποίο ακολούθησε και έγινε ένας από τους Ο΄ Αποστόλους Του. Ήταν άνθρωπος «συνετός και πλήρης πνεύματος Αγίου και πίστεως» όπως τον χαρακτηρίζουν οι Πράξεις των Απ. Αυτός συνέστησε και εγγυήθηκε τον Χριστομάχο Παύλον στους Αποστόλους μετά την μεταστροφή του, και μαζί ξεκίνησαν για την διάδοση του Ευαγγελίου εις τα Έθνη, αρχίζοντας από την ιδιαίτερη του πατρίδα. Μετά την ολοκλήρωση της Α' Αποστολικής Περιοδείας τους, η οποία ολοκληρώθηκε στην Μ. Ασία, πήρε μέρος στην Αποστολική Σύνοδο στα Ιεροσόλυμα το 49 μ.Χ. στην οποία μάλιστα και πρωτοστάτησε και κατάφερε να αποδεσμεύσει τον Χριστιανισμό από τον Ιουδαϊσμό, ο οποίος κινδύνευε να χαρακτηριστεί παρακλάδι τις Ιουδαϊκής θρησκείας.
Μετά, επανέρχεται στην γενέτειρα του μαζί με τον ανιψιό του Ευαγγελιστή Μάρκου, όπου συνεχίζει στην Σαλαμίνα το Αποστολικό του έργο μέχρι και τον μαρτυρικό του θάνατο. Ο Απ Β. και νεκρός ακόμη εξακολουθεί να υπηρετεί τον λαό του Θεού. Σε μια περίοδο που η Κυπριακή Εκκλ. κινδυνεύει να χάσει την ανεξαρτησία της, φανερώνει στον τότε Αρχιεπίσκοπό της Ανθέμιο το λείψανο του, πάνω στο οποίο βρέθηκε το χειρόγραφο ευαγγέλιο του Ματθαίου, το οποίο ο Αρχ. δωρίζει στον Αυτοκράτορα του Βυζαντίου Ζήνωνα.
Ο Ζήνωνας με τη σειρά του αναγνωρίζει το Αυτοκέφαλο της Κυπριακής Εκκλησίας, μέσω της Γ' Οικουμενικής Συνόδου το 431, και παραχωρεί στον Αρχιεπίσκοπο της τα γνωστά Αυτοκρατορικά Προνόμια
Κοντά στον τάφο του κτίστηκε μεγαλοπρεπής Ναός τον οποίο δυστυχώς σήμερον οι Τούρκοι κατακτητές μετέτρεψαν σε Μουσείο. Η μνήμη του γιορτάζεται στις 11 Ιουνίου.
Ο Άγιος Σπυριδώνας γεννήθηκε γύρω στο 270 μ.Χ. εις το χωρίον Άσσια της Μεσαορίας Κύπρου, όπου μέχρι και σήμερα υπάρχουν σημάδια της εκεί παρουσίας του.
Σε μια περιοχή (Γιακουμίτες, νότια του χωριού, στο δρόμο προς την Τριμυθούντα) πάνω σε μια επίπεδη ριζιμιά πέτρα, υπάρχουν 3 πατημασιές, σε διαστάσεις κανονικού ποδιού και βάθους 2-3 εκατοστών περίπου, οι οποίες αποδίδονται στον Άγιο, ο οποίος κατά την παράδοση έβοσκε εκεί τα πρόβατα του. Ο Σπυρίδων ήταν άνθρωπος πιστός, ταπεινός και ευσεβής με απεριόριστη αγάπη προς τον Θεό και τον άνθρωπο. Η μόνιμη απασχόληση του με την αγροτική και την ποιμενική ζωή , τον έδενε ακόμα ποιο πολύ με τον Δημιουργό του , από τον οποίο περίμενε βοήθεια και ευλογία στις δραστηριότητες του. Ο Σπυρίδων δημιούργησε οικογένεια, η οποία και έγινε πρότυπο αρετής και Χριστιανικής ζωής . Κάποτε μετοίκησε από την γενέτειρα του στην γειτονική Τριμυθούντα, της οποίας οι κάτοικοι εκτιμώντας την ενάρετη ζωή του και την βαθιά του Χριστιανική πίστη τον έκαμαν και πνευματικό τους ποιμένα.
Ως Επίσκοπος ο Άγιος Σπυρίδων διακρίθηκε για την ιεροπρεπή του συμπεριφορά και την υποδειγματική του ταπείνωση (π.χ. αντί για πολυποίκιλτη κορώνα, φορούσε στην κεφαλή του το γνωστό ψάθινο ζεμπίλι). Αγωνίστηκε για την διάδοση της Ορθόδοξης διδασκαλίας και καταπολέμησε συστηματικά τους αιρετικούς. Ανέπτυξε μεγάλη φιλανθρωπική δραστηριότητα και πάσκιζε για την σωτηρία του ποιμνίου του. Προικισμένος με τα Χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, όχι μόνο απέκτησε θαυματουργικές δυνάμεις αλλά και ανέβηκε σε τέτοιο ύψος αγιότητας, ώστε αξιώθηκε να συλλειτουργεί και με τους Αγίους Αγγέλους.
Ο Άγιος Σπυρίδων πήρε μέρος στην Α' Οικουμενική Σύνοδο της Νικαίας το 325 μ.Χ. όπου με το γνωστό θαύμα της κεραμίδας του, απέδειξε το ενιαίο και Τρισυπόστατο της Αγίας Τριάδας και αποστόμωσε τον αιρεσιάρχη Άρειον. Εκεί εθεράπευσε και τον Μ Κωνσταντίνο ο οποίος υπέφερε από αδιάπτωτο πυρετό. Αργότερα συμμετείχε και στην Σύνοδο της Σαρδικής το 343 μ.Χ. μαζί με τον Άγιο Τριφύλλιο, Επίσκοπο Λήδρας (Λευκωσίας).
Η φήμη του ως θαυματουργού ξεπέρασε τα όρια της Κύπρου και της Ελλάδας όπου λειτουργούν προς τιμήν του δεκάδες εκκλησιών και τιμάται σήμερον από ολόκληρη την Ορθοδοξία.
Από τα πολλά γνωστά θαύματα του αναφέρω μόνο 2 α) εκείνο της μεταβολής του φιδιού σε ράβδο χρυσού την οποία έδωσε σε έναν φτωχό, ο οποίος την έβαλε ενέχυρο για την σύναψη κάποιου δανείου και β) το μέγα θαύμα κατά το οποίο επιστρέφοντας από την Α? Οικουμενική Σύνοδο, συνομίλησε για οικογενειακή του υπόθεση, με την κόρη του Ειρήνη η οποία βρισκόταν ήδη εις τον τάφο πριν από πολλές ημέρες.
Ο Άγιος Σπυρίδων απέθανε το 350 μ.Χ και η μνήμη του γιορτάζεται στις 12 Δεκεμβρίου. Το Άγιο Λείψανο του μεταφέρθηκε από την Τριμυθούντα στην Κωνσταντινούπολη από όπου κατά την Άλωση, ένας ιερέας, ο Καλοχαιρέτης το μετέφερε στην Κέρκυρα, όπου διατηρείται μέχρι σήμερον ολόσωμο και θαυματουργό.
Στην Τριμυθούντα, υπάρχει περίφημη βασιλική του 4ου αιώνα στην οποία φυλάσσεται και η λάρνακα των λειψάνων του. Στο δάπεδο του Ναού, στο βόρειο κλίτος, ανακαλύφθηκε τελευταία μαρμάρινη πλάκα με εγχάρακτη την ακόλουθη επιγραφή: «Ο πάνσεπτος ούτος Ναός ενεκαινιάσθη επί Επισκόπου Σφυρίδωνος του Θαυματουργού».
Δυστυχώς κι' αυτός ο Ναός, όπως και εκατοντάδες άλλοι, βρίσκεται στην κατεχόμενη Κύπρο, βεβηλωμένος από τις ορδές του Αττίλα και χρησιμοποιείται ως αρχηγείο του στρατού κατοχής.
Ήταν ένας από τους πιο επιφανείς Πατέρες της Ορθοδοξίας, ήταν σύγχρονος του Ι. του Χρυσοστόμου με τον οποίον συγκρούστηκε εξαιτίας του Ωριγένη. Ήταν Παλαιστίνιος στην καταγωγή και σε ώριμη ηλικία εγκαταστάθηκε στην Κύπρο, της οποίας τον Θρόνο ελάμπρυνε επί 36 χρόνια.
Είχε μεγάλη εγκυκλοπαιδική μόρφωση και γνώριζε 5 ξένες γλώσσες. Διακρίθηκε σαν ρήτορας και συγγραφέας. Τα συγγράμματα του είχαν Πανχριστιανική απήχηση και πολλά από αυτά μεταφράστηκαν από τους συγχρόνους του σε διάφορες γλώσσες. Αρκεί να αναφέρουμε μόνον 2 απ' αυτά: το «Πανάριον» και τον «Αγκυρωτόν» στα οποία αναλύει και αναιρεί 80 αιρέσεις, μέσα από τα οποία φανερώνεται η πολυμάθεια και η σοφία του ανδρός. Ένα άλλο σπουδαίο σύγγραμμά του το: «Περί Μέτρων και Σταθμών» χαρακτηρίστηκε ως "Βιβλική Εγκυκλοπαίδεια".
Αγωνίστηκε αποτελεσματικά εναντίον των Αιρέσεων και υπερασπίστηκε δυναμικά την Θεανδρικήν Υπόσταση του Ι.Χ. και την θεότητα του Γ' προσώπου της Αγίας Τριάδας. Διοργάνωσε και προώθησε πολύ τον Μοναχισμό. Απέθανε το 403. Στην Κωνσταντία διασώζονται τα θεμέλια μεγαλοπρεπούς πεντάκλιτης Βασιλικής με μωσαϊκά στο δάπεδο καθώς και το Βαφτιστήριο της, τα οποία δυστυχώς βρίσκονται και αυτά υπό Τουρκική κατοχή. Υπάρχου σήμερα στην Κύπρο 22 Ναοί και 2 χωριά που φέρουν το όνομα του. Γιορτάζουμε την μνήμη του στις 12 Μαΐου.
Γεννήθηκε στην Αμαθούντα τον 6ο αιώνα απέκτησε μεγάλη μόρφωση και ήταν ένας από τους άρχοντες και πρόκριτους της Κύπρου. Η φήμη του ως μορφωμένου και ενάρετου Χριστιανού έφτασε στους Αλεξανδρινούς οι οποίοι τον κάλεσαν και τον έκαμαν Πατριάρχη τους. Εκεί έδειξε μεγάλο ζήλο για την προστασία των φτωχών και αδυνάτων και γενικά ανέπτυξε μεγάλη φιλανθρωπική δράση εξαιτίας της οποίας του έδωσαν το προσωνύμιο του «Ελεήμονος». Αξιοθαύμαστο της μεγάλης του αγάπης προς τους αναγκεμένους και πονεμένους αδελφούς του είναι το εξής γεγονός: Όταν κάποτε έμαθε ότι οι οικονόμοι του πατριαρχείου εμποδίζουν κάποιους φτωχούς να δουν τον πατριάρχη για να πάρουν για 2η και 3η φορά βοήθεια, ο Άγιος Ιωάννης πήρε το κάθισμα του, κάθισε στην είσοδο του Πατριαρχείου και εκεί έδινε αδιακρίτως βοήθεια σε όλους που τον πλησίαζαν. Λόγω των Αραβικών διωγμών επέστρεψε στην Κύπρο όπου συνέχισε το ποιμαντορικό και φιλανθρωπικό του έργο μέχρι το τέλος της ζωής του . Γιορτάζεται η μνήμη του στις 12 Νοεμβρίου.
Γεννήθηκε στα Λεύκαρα το 1134 και από νεαρής ηλικίας ασκήτευσε στο Μοναστήρι του Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου στο όρος Κουτσοβέντη στις παρυφές του Πενταδακτύλου. Μετά εγκαταστάθηκε σε μια απόκρημνη περιοχή της Πάφου όπου ελάξευσε το ασκητήριο του μέσα σε έναν βράχο την γνωστή «Εγκλείστρα» μέσα στην οποία έζησε μέχρι τα βαθειά του γεράματα όπου και απέθανε και ετάφη, πλάι στον τάφο του ιδρύθηκε η ομώνυμη Μονή η οποία λειτουργεί μέχρι σήμερα. Με τον Άγιο Νεόφυτο συμβαίνει τούτο το παράδοξο, παρόλο που ήταν αμόρφωτος κατάφερε με την Χάρη Του Θεού να γίνει συγγραφέας πολυγραφότατος.
Έγραψε πλήθος ομιλιών, ερμηνείαν σε βιβλία της Αγίας Γραφής και εγκώμια σε πολλούς Αγίους. Μεγάλης σπουδαιότητας είναι και το σύγγραμμά του «Περί των κατά την χώραν Κύπρον σκαιών» όπου περιγράφει τα δεινοπαθήματα των Κυπρίων, από την κακοδιοίκηση του Ισαακίου Κομνηνού και την Φραγκοκρατίαν. Αξίζει να αναφερθεί και ένα απόφθεγμα του, μέσα από το οποίο διαπιστώνει κανείς τη βαθιά του πίστη και την βαθυστόχαστη σκέψη του. «Αγαθόν υπέρτερον παντός αγαθού, ο φόβος Θεού και η μνήμη θανάτου.» Η ασκητική του ζωή και το συγγραφικό του έργο, τυγχάνουν γενικής εκτίμησης και θαυμασμού. Γιορτάζεται στις 24 Ιανουαρίου και 28 Σεπτεμβρίου.
Γεννήθηκε το 1810 στο χωριό Περιστερονοπηγή της Αμμοχώστου, όπου και ασκήτευε στην εκεί Μονή του Αγίου Αναστασίου. Ήταν άνθρωπος εργατικός και φιλομαθής και διακρίθηκε για την μεγάλη του μόρφωση και την ενάρετη ζωή του. Ανέβηκε σε διάφορα αξιώματα από όπου εργάστηκε για την ενίσχυση των υπόδουλων Χριστιανών και για την προκοπή της Κυπριακής Εκκλησίας. Έγινε ηγούμενος της Μονής Αγίου Νεοφύτου, έπειτα έξαρχος της Αρχιεπισκοπής, και μετά Επίσκοπος Πάφου από όπου αργότερα εκλέγεται Αρχιεπίσκοπος Κύπρου.
Σ' όλη του τη ζωή αγωνιζόταν για την εξάπλωση της παιδείας και για την βελτίωση του βιοτικού επιπέδου του λαού, ιδιαίτερα όταν ανέλαβε το Αρχιεπισκοπικό αξίωμα. Αυτοί οι αγώνες του τον έφεραν σε σύγκρουση με την τότε Τουρκική εξουσία η οποία τον αναγκάζει σε παραίτηση. Ο Πανάρετος είχε αποκτήσει φήμη Αγίου και Θαυματουργού όντας εν ζωή.
Το αξιοθαύμαστο με τον Άγιο Πανάρετο είναι το γεγονός ότι ενώ βρισκόταν μέσα στον κόσμο, όμως έζησε μια τόσο αυστηρή και ασκητική ζωή , που θα την ζήλευαν και πολλοί ερημίτες. Ενδεικτικό αυτού του τρόπου ζωής, είναι το γεγονός ότι φορούσε μόνιμα κατάσαρκα αλυσίδες οι οποίες βούλιαξαν μέσα στο δέρμα του και έγιναν ένα με το σώμα του . Οι αλυσίδες αυτές βρίσκονται σήμερα στην Ι. Μονή Σταυροβουνίου. Πέθανε το 1890, η μνήμη του γιορτάζεται την 1η Μαΐου.
Ο Άγιος Ιερομάρτυρας Φιλούμενος Και για να μην νομιστεί ο τι η Αγιοσύνη είναι κάτι που αφορά τα περασμένα χρόνια, αναφέρομαι με συντομία και στον τελευταίον Άγιον της Κύπρου, τον πιο σύγχρονο Ιερομάρτυρα της Ορθοδοξίας, τον Άγιον Φιλούμενον ο οποίος υπέστη μαρτυρικό θάνατον εις τα Ιεροσόλυμα το 1979.
Καταγόταν από το χωριό Κάτω Μονή Λευκωσίας και από μικρός ασκήτευσε με τον αδελφό του Ελπίδιον (τον μετέπειτα ηγούμενο Ι.Μ. Μαχαιρά) εις την Ι.Μ. Σταυροβουνίου. Από εκεί μετέβη στους Αγίους Τόπους όπου χειροτονήθηκε εις Ιερομόναχο και τοποθετήθηκε υπεύθυνος του προσκυνήματος του φρέατος του Ιακώβ. Στο διακόνημα αυτό ο Φιλούμενος έζησε μια ενάρετη Χριστιανική ζωή, μέσα από την οποία πρόβαλλε το αυστηρό ασκητικό του ήθος (με νηστείες, αγρυπνίες και προσευχές), τον άδολο εκκλησιαστικό του ζήλο και το ορθόδοξο Χριστιανικό του πνεύμα με το οποίο υπηρετούσε τον Θεό και τον πλησίον του.
Δυστυχώς όμως κάποιοι φανατικοί Εβραίοι οι οποίοι ήθελαν να καταλάβουν το Ιερό προσκύνημα, στην άρνηση του να το εγκαταλείψει, τον συνέλαβαν τον βασάνισαν και τελικά τον δολοφόνησαν στις 29 Νοεμβρίου το 1979.
Το Ιερό του λείψανο διατηρείται μέχρι σήμερον αλώβητο και θαυματουργό. Το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων τον ανακήρυξε Άγιο και γιορτάζει την μνήμη του στις 29 Νοεμβρίου.
Σαν επιστέγασμα της περιληπτικής παρουσίασης ελάχιστων Κυπρίων Αγίων, αναφέρω τον Άγιον Ιερομάρτυρα Θεράποντα, στου οποίου τον μεγαλοπρεπή Ναό βρισκόμαστε σήμερα ταπεινοί προσκυνητές.
Ατυχώς γι' αυτόν τον Μεγαλομάρτυρα της Ορθοδοξίας οι Ιστορικές πηγές δεν μας άφησαν πολλές πληροφορίες. Τα μόνα στοιχειά που έχουμε είναι ότι κατά την περίοδο της εικονομαχίας, ήταν επίσκοπος Σάρδεων της Μ. Ασίας όπου αγωνίστηκε εναντίον των αιρετικών, γι' αυτό και καταδιώχτηκε και κατέφυγε στα Ιεροσόλυμα. Εκεί συνεχίζει τον αντιαιρετικό του αγώνα και αναπτύσσει μεγάλη φιλανθρωπική και κοινωνική δραστηριότητα.
Από τα Ιεροσόλυμα κυνηγημένος και πάλι, καταφεύγει στην Κύπρο, όπου εκεί ζει σαν ασκητής μέσα σε μια σπηλιά στην πόλη της Λάρνακας (στην περιοχή Δροσιά). Εκεί οι κάτοικοι της πόλεως εκτιμώντας τον Χριστιανικό του ζήλο και τις πολλές του αρετές τον ανέβασαν στον επισκοπικό Θρόνο της πόλεως τους όπου και παρέμεινε μέχρι και τον μαρτυρικό του θάνατον.
Ο Άγιος Θεράπων ήταν άνθρωπος πραότητας και φιλανθρωπίας, έγινε πατέρας των ορφανών και προστάτης των χηρών, γιατρός των ασθενών και παρηγοριά των πονεμένων. Απέκτησε φήμη μεγάλου θαυματουργού τα θαύματα του τα ύμνησε ο Ανδρέας ο Κρήτης. Την μνήμη του γιορτάζουμε στις 14 Μαΐου.
Ολοκληρώνοντας της εκδήλωση μας αγαπητοί μου, επιτρέψατέ μου να πω μονάχα και τούτον τον λόγο. Στην Κύπρο βρίσκονται σήμερα 500 εκκλησίες και Μοναστήρια βεβηλωμένες κάτω από το πέλμα του Τούρκου κατακτητή άλλες μισογκρεμισμένες και άλλες να λειτουργούν σαν αποθήκες και στάβλοι, άλλες σαν θέατρα και μουσεία και άλλες σαν τζάμια .
Ας παρακαλέσουμε τους Αγίους μας να μεσιτεύσουν εις τον Κύριο, ώστε να ξαναλειτουργηθούμε σ' αυτές. Και να δώσει ο Θεός ώστε οι σκλαβωμένες καμπάνες τους να ηχήσουν τον παιάνα της Ελευθερίας και κάτω από τους θόλους τους να ψάλλει ο λαός τα Νικητήρια και να αναπέμψουμε και πάλι στον Τριαδικό Θεό ύμνους ευχαριστίας.
|