ΑΣΣΙΑ σε νοσταλγώ και αγωνίζομαι |
Η έκδοση του δεύτερου βιβλίου του Πολιτιστικού Συνδέσμου «Η Άσσια» του Γιάννου Δημητρίου Το 1987 ο Πολιτιστικός Σύνδεσμος «Άσσια» προχώρησε στην έκδοση του δεύτερου του βιβλίου με τίτλο, «ΑΣΣΙΑ σε νοσταλγώ και αγωνίζομαι». Η έκδοση αυτή ήταν μια πρωτοβουλία του τότε Διοικητικού Συμβουλίου του Συνδέσμου και αφιερώθηκε στους νεκρούς, τους αγνοούμενους κι ό,τι αγαπητό μας περιμένει στην Άσσια. Όπως αναφέρεται στον πρόλογο της έκδοσης αυτή η προσπάθεια είχε σαν στόχο να ενισχύσει περισσότερο την πολύ θετική ανταπόκριση που είχε το πρώτο βιβλίο που εκδόθηκε το 1983 με τίτλο «Άσσια ζωντανές μνήμες βαθιές ρίζες μηνύματα επιστροφής». Το δεύτερο βιβλίο θα στηριζόταν περισσότερο σε φωτογραφικό υλικό. Οι φωτογραφίες μαζεύτηκαν με πάρα πολύ κόπο απ' όλες τις γωνιές της Κύπρου και το εξωτερικό και την προσπάθεια στήριξε ένας πολύ μεγάλος αριθμός πνευματικών ανθρώπων της κοινότητας μας. Την επιμέλεια της έκδοσης είχε ο κ. Νίκος Λεοντίου και οικονομικά επιχορηγήθηκε από το Ίδρυμα Αναστάσιου Λεβέντη, με την πρωτοβουλία του αείμνηστου τέως προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας και αγαπητού συγχωριανού μας μ. Τάσσου Παπαδόπουλου.
Το πολύ σημαντικό φωτογραφικό υλικό που συγκεντρώθηκε μαζί με τα κείμενα αποτελούν ένα σημαντικό συμπλήρωμα του πρώτου βιβλίου και μαζί τα δύο αποτελούν ίσως την πιο σημαντική προσπάθεια για τη δημιουργία μίας κιβωτού μνήμης και αγάπης για το σκλαβωμένο μας χωριό.
Το τότε Διοικητικό Συμβούλιο του Πολιτιστικού Συνδέσμου «Η Άσσια» που ανέλαβε την πρωτοβουλίά για την εν λόγω έκδοση απαρτιζόταν από τους:
Οι κύριοι συντελεστές της έκδοσης όπως αναφέρονται στο βιβλίο είναι οι πιο κάτω:
Για την έκδοση συνεργάστηκαν: Συγγραφή Κειμένων:
Συλλογή Φωτογραφιών:
Διόρθωση - Επιμέλεια Υλικού:
Επιμέλεια Έκδοσης:
Έκδοση:
Τυπώθηκε στα Τυπογραφεία-Λιθογραφεία Η έκδοση επιχορηγήθηκε από το ΙΔΡΥΜΑ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΛΕΒΕΝΤΗ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Το Διοικητικό Συμβούλιο του Πολιτιστικού Συνδέσμου «Η ΑΣΣΙΑ» αξιολογώντας σωστά τα θετικά αποτελέσματα της έκδοσης από τον Σύνδεσμο, του βιβλίου «ΑΣΣΙΑ, ζωντανές μνήμες, βαθιές ρίζες, μηνύματα επιστροφής» - (1983) και θέλοντας να ενισχύσει ακόμη περισσότερο την καθ' όλα αξιέπαινη αυτή προσπάθεια, αποφάσισε να εκδώσει ένα νέο βιβλίο για την Άσσια που θα στηριζόταν περισσότερο σε φωτογραφικό υλικό.
Πραγματικά η προσπάθεια συγκέντρωσης των φωτογραφιών ήταν δύσκολη και αρκετές φορές κουραστική. Παρ' όλα αυτά το αποτέλεσμα ήταν ικανοποιητικό και ελπιδοφόρο για τα μελλοντικά σχέδια του Συνδέσμου.
Παρ' όλη την φιλότιμη προσπάθεια των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου και της Συντακτικής Επιτροπής το βιβλίο - λεύκωμα που έχετε στα χέρια σας δεν είναι η τέλεια και πλήρης έκδοση που θα θέλαμε όλοι μας αλλά οπωσδήποτε είναι το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα που μπορούσε να υπάρξει με βάση τα γνωστά σ' όλους μας σημερινά δεδομένα εξαιτίας της τραγωδίας του 1974 και το διασκορπισμό των Ασσιωτών σ' όλη την Κύπρο.
Ελπίζουμε ότι το βιβλίο αυτό θα αποτελέσει το κέντρισμα στις συνειδήσεις και τις καρδιές όλων μας για περαιτέρω δραστηριοποίηση και ενίσχυση των προσπαθειών του Συνδέσμου μας που θα μας οδηγήσει σε μια νέα έκδοση πιο ολοκληρωμένη και πληρέστερη, αντάξια του ιστορικού και πολυαγαπημένου μας χωριού της ΑΣΣΙΑΣ.
Έπ' ευκαιρία σαν Διοικητικό Συμβούλιο ευχαριστούμε και συγχαίρουμε όλους όσους βοήθησαν στην υλοποίηση της απόφασής μας αυτής, ιδιαίτερα όμως ευχαριστούμε τα μέλη της Συντακτικής Επιτροπής η οποία πραγματικά κατέβαλε μεγάλες προσπάθειες για την επιτυχία της έκδοσης αυτής.
Για το Διοικητικό Συμβούλιο
Μια περιοχή και ένας τόπος που πλημμύριζαν από γοητεία. Ένας τόπος θεαματικός και μαγευτικός. Ένας λαός ξύπνιος, δραστήριος, προοδευτικός, αγέραστος, φρονηματισμένος. Ριζωμένος εκεί από χιλιετηρίδες. Δοσμένος σ' αυτό τον τόπο, σε κείνη τη μεσαρίτικη περιοχή της πολύπαθης Κύπρου από τους Αχαιούς...
Ένα πλούσιο φυσικό μεγαλείο με τα στάρια να υψώνονται μεγαλόπρεπα και αέρινα. Πόσο καταπληκτικό θέαμα της Άνοιξη. Ένα φυσικό περιβάλλον που αγκάλιαζε ένα λαό πρωτοπόρο, αγέρωχο και περήφανο.
Αιώνες αμέτρητος ζούσανε οι άνθρωποι αφοσιωμένοι σε κείνο τον τόπο. Με την ίδια παντοτεινή πρωτόγνωρη τους χαρά. Αναπνέοντας βαθειά τον ίδιο μυρωμένο αέρα του μεσαρίτικου κάμπου με τα μποστάνια. Ζούσαν κάτω από τον καφτό ήλιο - με κείνες τις κάθετες ακτίνες που του τρυπούσαν τα κορμιά.
Ο πληθυσμός της Άσσιας δεν είχε ποτέ εξοντωθεί από τους Ασσύριους, τους Πέρσες, τους Φοίνικες ή τους Σαρακηνούς, μήτε από την Οθωμανική ή Αγγλική αυτοκρατορία που κατέλαβαν την Κύπρο. Η Άσσια δεν ανήκε ποτέ ούτε και σήμερα στους ξένους κατακτητές.
Όμως με την εισβολή του 1974 κατέχουν μαζί με το βόρειο τμήμα του νησιού και τη μεσαρίτικη γη μας. Οι πιστοί του προφήτη Μωάμεθ, οι Τούρκοι κατακτητές καταπατούν τα χώματα της Ελληνικής περιοχής της Άσσιας, από τις 14 Αυγούστου 1974.
Κι ήταν εκείνο το καλοκαίρι καφτό κι ανελέητο. Κανένας ίσκιος δεν βρέθηκε τότε! Και τα στάχυα; ... υπήρχανε στάχυα;
Θυμούμαστε κείνο τον Αύγουστο, κείνο το κυνηγητό με τα στάχυα ανέπαφα στ' αλώνια, κάτω από τον ήλιο να καίγονται και με κείνη την κάθετη ρευστή φωτιά πάνω στο δέρμα, να τη λέμε «φόβο» ή «πανικό» - και στη θύμηση τα μάτια δακρύζουν.
Τρέχαμε μαζί τους. Όλοι οι κάτοικοι της Άσσιας έτρεχαν. Να φύγουν, να σωθούν. Χρησιμοποιούσαν κάθε μέσο συγκοινωνίας. Ό,τι και όπως ήταν βολετό. Ο δρόμος μακρύς κι ατέλειωτος. Προπαντός άγνωστός. Δεν υπήρχαν άλλα όμοια καλοκαίρια!
Κάναμε μια διαδρομή αλλιώτικη.
Τρέχαμε μέσα από τα σοκάκια και τις γειτονιές του χωριού και βγαίναμε στους δρόμους, μέσα από χωράφια και ποταμούς... Η διαδρομή, η φυγή, ο Τούρκος, ο Εισβολέας, η εγκατάλειψη, τα τανκς. Αυτά τα σιδερένια θεριά. Πρώτη φορά τα βλέπαμε. Μας θύμιζαν «δράκο στην πηγή».
Είναι απλό. Ξεκινάς από κάπου. Φτάνεις κάπου. Κάτι παίρνεις μαζί σου. Κάτι ξεχνάς. Αυτό συμβαίνει πάντα, σε κάθε διαδρομή. Εμείς δεν πήραμε τίποτα. Δεν ξεχάσαμε τίποτα. Κι αφήσαμε τα πάντα. Κάναμε μια διαδρομή αλλιώτικη.
Μπροστά εμείς - κείνο το τσούρμο των Ασσιωτών - και πίσω μας ο Τούρκος, οι λόγχες, ο βιασμός, το αίμα, το κλάμα, ο πόνος, οι νεκροί, οι αγνοούμενοι.
Η διαδρομή από τον ήλιο στη γη. Από την προδοσία στη θυσία. Από τον ουρανό στο χώμα. Από την ελευθερία στη σκλαβιά.
Διωχτήκαμε από την Άσσια με την απειλή της λόγχης του Τούρκου Εισβολέα. Δε φύγαμε...Διωχτήκαμε...Κι είναι εύκολο. Οι άνθρωποι μπορεί να διωχτούν. Είναι όμως κάποιοι άλλοι που παραμένουν, σιωπηλοί μάρτυρες του εγκλήματος. Είναι οι βυζαντινοί ναοί, οι τοιχογραφίες και τα εικονίσματα. Αυτά όχι... Αυτά δε φεύγουν... Και στέκουν παντοτινοί μάρτυρες των γενεών που τα έφτιαξαν και του πολιτισμού που τα έχει γεννήσει... Τα βλέπουν όλα, τα παρακολουθούν θα μένουν εκεί στην Άσσια για να θυμίζουν στον εισβολέα ότι ο τόπος ανήκει σ' εκείνους που του ανήκουν.
Παραμένει εκεί μια ιστορική ανεκπλήρωτη εθνική διαθήκη, που οι πρόγονοί μας έχουν υπογράψει και που δεν μπορούμε να τη ξεγράψουμε οι νεότεροι. Η αγωνιστικότητα, η πίστη και η θυσία των προγόνων μας πρέπει να αναβιώσουν. Να αισθανθεί το βάρος τους ο ξένος και να φύγει.
Δεν μπορούμε να μιλάμε για χαμένες πατρίδες. Κι ούτε να κλαίμε για το διωγμό μας. Η Άσσια είναι η γη όπου αντικρίσαμε το φως του ήλιου, τη χαρά της ζωής. Κι είναι εκεί. Μας περιμένει.
Άγρυπνοι και φρουροί θα στεκόμαστε. Στον τόπο των στοχασμών, στον τόπο των αναμνήσεων, των πόθων και των ελπίδων. Εκεί που γεννηθήκαμε, στον απέραντο κάμπο της Μεσαορίας που το πνεύμα της ελευθερίας παράμεινε ξύπνιο και με τη δύση του ήλιου. Το μεγαλείο του μεσαρίτικου κάμπου θα παραμείνει αλησμόνητο σε όλους εκείνους που είχαν την τύχη να το γνωρίσουν. Γιατί η φύση τόφτιαξε συναρπαστικό και ωραίο με εναλλασσόμενες θεαματικές αποχρώσεις και ομορφιές. Η γη πλούσια, σπαρμένη με σιτάρι, με μπαμπάκι και σησάμι, εκεί που απλώνονταν ατέλειωτα τα μποστάνια, που ασήμωναν οι ελιές, που πρασίνιζαν τα σιτάρια, παρουσίαζαν όχι μόνο μια θέα ανεπανάληπτη αλλά και μια εξαίρετη σύλληψη και σκιαγραφία με τις εναλλαγές των χρωμάτων. Ήταν ένα τοπίο θαυμάσιο με τα χωματένια δρομάκια και τις εκκλησίες, το σχολείο, τις κατοικίες με τους ανθώνες, τις τριανταφυλλιές και τα γιασεμιά.
Στο Δημοτικό μας σχολείο φώλιαζαν τα χελιδόνια που σαν πετούσαν, χαμήλωναν τα φτερά τους να χαιρετήσουν τους ανθρώπους κι έσμιγαν το κελάδημά τους με τις φωνές των παιδιών που έπαιζαν στην αυλή του σχολείου. Τα περιμέναμε τότε την Άνοιξη και τα περιμένουμε τώρα στο σχολείο μας για μια καινούργια Άνοιξη.
Πηγή: Πολιτιστικός Σύνδεσμος «Η ΑΣΣΙΑ», «ΑΣΣΙΑ σε νοσταλγώ και αγωνίζομαι», Λευκωσία 1987. |