Μαρτυρία - Νίκος Νικολάου |
(γαμβρός Γιαννή Τζωρτζή) Γύρω στις 2.15 μ.μ. της 14ης Αυγούστου 1974 κοιμόμουνα και με ξύπνησε η γυναίκα μου Πανασού. - Νίκο, σήκω, ήρταν οι τούτζοι, σήκου πάνω. - Μα εν αλήθκεια που λαλείς; - Εν ακούεις τες σιεπεθκιές, σήκου πάνω. Σηκώστηκα από το κρεββάτι και φόρεσα αμέσως τα ρούχα μου που ήταν πάνω σε μια καρέκλα. Ένα υποκάμισο χακί και ένα παντελόνι. Δεν έχασα καιρό. Είπα στη γυναίκα μου να βρει όλα τα μωρά και να φύγουμε. Εγώ θάφευγα πρώτος να βρω μεταφορικό μέσο. Έτσι και έγινε. Βγήκα έξω και άρχισα να τρέχω. Συνάντησα στη στροφή ένα τανκ που άρχισε να ρίχνει κατά πάνω μου με το πολυβόλο. Ευτυχώς δεν με έπιασαν οι σφαίρες. Συνέχισα να τρέχω. Έφθασα στο σπίτι του Γεωργίου Μαραγκού (άλλως Θεούϊ). Είχε έξω από το σπίτι του το φορτηγό. Μέσα στην κάσια υπήρχαν πολλά άτομα. Στο μεταξύ άλλα τανκς έρχονταν από τα καφενεία της Κάτω Γειτονιάς και έρριχναν με το πολυβόλο. Οι σφαίρες σφύριζαν στα αυτιά μας. Εκεί που περίμενα να έλθει και η γυναίκα μου 2-3 σφαίρες πέρασαν ξυστά από το κεφάλι μου. Έσκυψα και κάθησα πίσω από τον τροχό του αυτοκινήτου. Έμεινα εκεί για 2-3 λεπτά. Μετά ανέβηκα στο αυτοκίνητο όπου σε λίγο κατέφθασε τρέχοντας και η γυναίκα μου που ήταν έγκυος υποβαστάζουσα την κόρη μου Γιάννα. Την ώρα ακριβώς που έσκυψα και πήρα από τη γυναίκα μου την κόρη μου για να την βγάλω στο αυτοκίνητο μια νέα ριπή πολυβόλου ακούστηκε. Αρκετές σφαίρες κατευθύνθηκαν κοντά μας. Μια σφαίρα με βρήκε στο δεξιό κάτω πλευρό. Εκείνη την ώρα ένοιωσα ένα δυνατό τράνταγμα. Δεν κατάλαβα ότι μπήκε στο κορμί μου η σφαίρα. Έβαλα την κόρη μου στην κάσια του αυτοκινήτου. Άρχισα τότε να παραλύω σ'όλα μου τα μέρη. Στο μεταξύ ένα τανκς μας προσέγγισε τελείως. Από πίσω του ήταν ένα αγροτικό λεωφορείο του χωριού. Το τανκς κατά περίεργο τρόπο έκανε ένα ελιγμό και άφησε το αγροτικό λεωφορείο να περάσει. Αργότερα έμαθα ότι ο οδηγός του ήταν ο συγγενείς της γυναίκας μου Χρίστος Τζωρτζής Βιολάρης. Το αυτοκίνητο του ήταν γεμάτο κόσμο. Αφού επιβιβάστηκε στο αυτοκίνητο και η γυναίκα μου, το φορτηγό ξεκίνησε με κατεύθυνση ανατολάς με οδηγό το Θεούϊ. Κάθησα κι' από το πλευρό μου έσταζε αίμα. Η γυναίκα μου δεν είχε αντιληφθεί ακόμη ότι ήμουν τραυματισμένος. Το έμαθε στην περιοχή Κοντέας μετά από 7 μίλια αφότου ξεκινήσαμε. Κι' αυτό όταν αρνήθηκα να παραλάβω το μωρό μας για να καθήσει κοντά μου όταν μου το ζήτησε. Πρώτος μας σταθμός η Άχνα. Το φορτηγό σταμάτησε έξω από το σπίτι γνωστού γιατρού. Κατέβηκε η κόρη του οδηγού Δέσπω και άλλα 2-3 άτομα και πήγαμε στο σπίτι. Επειδή ήταν πάρα πολύ μεγάλο το τραύμα μου ο γιατρός δεν μπορούσε να κάμει και πολλά πράγματα. Μούδεσε κάπως την πληγή και είπε στη Δέσπω: -Να τον πάτε στη Δεκέλεια στους Εγγλέζους. Γρήγορα. Έχει, δεν έχει μια ώρα να ζήσει αν δεν γίνει εγχείρηση αμέσως. Κατευθυνθήκαμε αμέσως στη Δεκέλεια. Έξω από τη Βάση συναντήσαμε Άγγλους στρατιώτες. -Βοήθεια, Βοήθεια, έχουμε πληγωμένος, φώναξε δυνατά στα αγγλικά η Δέσπω, η κόρη του οδηγού. Τα αγγλικά της ήταν πολύ καλά γιατί πήγαινε στην Αμερικανική Ακαδημία. Αφού συνεννοήθηκε με τους Άγγλους στρατιώτες αυτοί προθυμοποιήθηκαν να μας βοηθήσουν. Έβαλαν ένα λαντ-ρόβερ μπροστά από το φορτηγό κι ένα από πίσω και μας συνόδευσαν μέχρι το στρατιωτικό νοσοκομείο. Εκεί γύρω στα δέκα άτομα που είμαστε τραυματισμένοι μας παρέλαβαν οι γιατροί. Οι εφτά που ήταν πολύ ελαφρά αφού έτυχαν των πρώτων βοηθειών απολύθηκαν. Κράτησαν μόνο εμάς τους τρεις. Δηλαδή εμένα, τον Τότη Παππέττα που ήταν τραυματισμένος στο πόδι και την Θεκλού Δημήτρη που ήταν τραυματισμένη στο χέρι και στα χείλη. Στο νοσοκομείο εγώ έμεινα 14 μέρες. Μου έκαναν και εγχείρηση που κράτησε αρκετές ώρες. Θυμούμαι κατά τη διάρκεια της παραμονής μου στο στρατιωτικό νοσοκομείο της Δεκέλειας οι νοσοκόμοι μου είχαν βάλει 126 ενέσεις. Ο γιατρός μου είπε ότι αν αργούσαν ακόμη μια ώρα να με φέρουν να κάμω εγχείρηση θα πέθαινα από την αιμορραγία. Μετά που βγήκα από το νοσοκομείο πήγα στο Δασάκι Άχνας όπου συνάντησα όλη την οικογένειά μου. ΠΗΓΗ: Άσσια μέρες συμφοράς Αγώνας για επιστροφή, Κώστας Χρ. Τζωρτζής, Λευκωσία 1989 |