Νεκτάριος Χριστοδούλου - Ξανασχεδιάζοντας την πόλη της Αμμοχώστου |
Έρευνα ανάμεσα στους κατοίκους της πόλης καταγράφει μνήμες και απόψεις
Κυριακή, 27 Νοεμβρίου 2016 Ο Φιλελεύθερος Γράφει: Φρίξος Δαλίτης
Όλα αυτά καταγράφονται παραστατικά μέσα από τη μελέτη-έρευνα στα πλαίσια της διδακτορικής διατριβής του πολεοδόμου- μηχανικού Νεκτάριου Χριστοδούλου. Ο Νεκτάριος Χριστοδούλου είναι από την Αμμόχωστο με καταγωγή από την Άσσια. Αποφοίτησε με άριστα από το Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης της Πολυτεχνικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας (2010) και είναι κάτοχος Μάστερ στις Αστικές Αναπλάσεις από το Πανεπιστήμιο του Cambridge. Έχει συμμετάσχει σε πολυάριθμες μελέτες χωρικού χαρακτήρα στην Κύπρο και το εξωτερικό και τα τελευταία πέντε χρόνια πραγματοποιεί το διδακτορικό του στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, με θέμα τις χωρικές και κοινωνικές προκλήσεις που θα αντιμετωπίσει η Αμμόχωστος σε περίπτωση λύσης.
Η μελέτη δεν ασχολήθηκε με τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό των κτηρίων και την πολεοδομική ανάπτυξη της εγκαταλελειμμένης περιοχής. Κατέγραψε όμως τις μνήμες και τις προσδοκίες των ανθρώπων, τόσο των Ελληνοκύπριων προσφύγων, όσο και των Τουρκοκυπρίων, οι οποίοι συνεχίζουν να ζουν στην πόλη καθώς και το τι είναι διατεθειμένες οι δύο κοινότητες να μοιράζονται σε χωρικό και διοικητικό επίπεδο σε περίπτωση λύσης.
Μέσα από τις απαντήσεις, προκύπτει μια σειρά από ζητήματα τα οποία ελάχιστα δυστυχώς συζητούνται στη δημόσια σφαίρα. Όπως, για παράδειγμα, τα διαιρετικά φαινόμενα που εμφανίζει η πόλη, τα οποία αποτυπώνονται καταφανώς στον τρόπο που αναπτύχθηκε η Αμμόχωστος τα τελευταία 42 χρόνια.
«Το διδακτορικό, που κάνω τα πέντε τελευταία χρόνια, διερευνά τις κοινωνικές και χωρικές προκλήσεις που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η πόλη σε περίπτωση λύσης του Κυπριακού και επιστροφής των Ε/κ Αμμοχωστιανών στην πόλη» εξηγεί ο Νεκτάριος Χριστοδούλου, ο οποίος έχει καταγωγή από την Αμμόχωστο και συγκεκριμένα από την Άσσια. «Στα πλαίσια του διδακτορικού πραγματοποιήθηκε μια έρευνα δικοινοτικού χαρακτήρα για την πόλη, της οποία τα αποτελέσματα θεωρώ ότι μπορούν και πρέπει να ενημερώσουν τόσο τη συζήτηση για το αστικό μέλλον της πόλης, όσο και τις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις για την επίλυση του Κυπριακού. Η έρευνα έγινε σε αντιπροσωπευτικό δείγμα Ε/κ και Τ/κ Αμμοχωστιανών και περιελάμβανε 485 ατομικές συνεντεύξεις διάρκειας 90 λεπτών έκαστη. Διεξήχθη από το Τμήμα Αρχιτεκτονικής, σε συνεργασία με το Τμήμα Κoινωνικής Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου» αναφέρει.
«Στα πλαίσια της έρευνας είχαμε ζητήσει από τους συμμετέχοντες να σχεδιάσουν τον αστικό ιστό της πόλης, τοποθετώντας σε έναν χάρτη τα σημαντικότερα, κατά τη γνώμη τους, κτήρια, δρόμους και περιοχές της Αμμοχώστου. Παράλληλα, οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να περιγράψουν-αφηγηθούν μνήμες δίκες τους ή συγγενικών τους προσώπων από συγκεκριμένα σημεία της πόλης. Οι δύο αυτές ερωτήσεις προσέφεραν συνδυαστικά μια βάση δεδομένων που είναι, κατά τη γνώμη μου, εξαιρετικά χρήσιμη για οποιαδήποτε μελέτη που αφορά ή πραγματεύεται το αστικό μέλλον της πόλης. Ο λόγος είναι διότι μπορεί να συνεισφέρει στη γεφύρωση δύο φαινομενικά ασυμβίβαστων σχεδιαστικών προτεραιοτήτων ή αναγκών. Η μεν πρώτη είναι η ανάγκη δημιουργίας μιας πόλης που θα ανταποκρίνεται σε σύγχρονες αστικές ανάγκες. Η δεύτερη είναι, αδιαμφισβήτητα ίσως, η ανάγκη διατήρησης των ταυτολογικών εκείνων στοιχείων της πόλης που την καθιστούν αναγνωρίσιμη από τους κατοίκους της» προσθέτει.
Ένα σημαντικό στοιχείο που προέκυψε από την ανάλυση των αντιληπτικών χαρτών και των αναμνήσεων, σύμφωνα με τον κ. Χριστοδούλου, είναι ότι Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι Αμμοχωστιανοί αντιλαμβάνονται με πολύ διαφορετικό τρόπο τον αστικό ιστό της πόλης τους. «Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι οι αντιληπτικοί χάρτες των Ε/κ εστιάζουν, κατά κύριο λόγο, στο νότιο τμήμα της πόλης, ενώ αντίθετα οι χάρτες των Τ/κ Αμμοχωστιανών στο βόρειο.
Η συγκριτική αυτή ανάλυση, αφενός, ανέδειξε τις διαιρετικές τάσεις που εμφανίζει η πόλη, αλλά και τα κοινά στοιχεία, τα κοινά χωρικά σημεία αναφοράς, πάνω στα οποία θα μπορούσε να βασιστεί ένα κοινό αστικό όραμα για μια ενωμένη Αμμόχωστο».
Διαφορετικές πόλεις από Ε/κ και Τ/κ
Η πόλη κινούμενη προς τον βορρά αναγκάστηκε να αναπτυχθεί εντός μιας πολύ μικρής περιοχής που συνορεύει με στρατόπεδα, π.χ. το στρατόπεδο του Καραόλου και το στρατόπεδο των Ηνωμένων Εθνών, τη λίμνη του Αγίου Λουκά και το δέλτα που δημιουργούν ο Γιαλιάς και ο Πιθκιάς» αναφέρει.
Εξηγεί ότι ο λόγος που η πόλη κινήθηκε προς τον βορρά οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις εδαφικές αναπροσαρμογές που είχε προτείνει το σχέδιο Ανάν. Το σχέδιο Ανάν προνοούσε ότι οι περιοχές της πόλης που βρίσκονται από τον δρόμο της Λάρνακας και κάτω θα ελέγχονταν από την ελληνοκυπριακή πολιτεία και από τον δρόμο της Λάρνακας και πάνω από την τουρκοκυπριακή.
Γι' αυτό λέω ότι η πολεοδομική εξέλιξη της πόλης σχετίζεται περισσότερο με την προσπάθεια των Τουρκοκυπρίων Αμμοχωστιανών να μη βρεθούν στο λάθος μέρος της πόλης σε περίπτωση λύσης, παρά με χωρικού ή περιβαλλοντικού χαρακτήρα κριτήρια. Η επόμενη μέρα σε περίπτωση λύσης
Σχολιάζοντας τα παραπάνω αποτελέσματα, ο ερευνητής ανέφερε στον «Φ» ότι «η πόλη της Αμμοχώστου εμφανίζει διαιρετικές τάσεις -έντασης και μορφής- που δικαιολογούν την άποψη ότι αν δεν εργαστούμε τώρα και σε συνεργασία με τους Τ/κ για την απάμβλυνση του φαινομένου, η πόλη θα βρεθεί -μετά τη λύση- αντιμέτωπη με προκλήσεις και προβλήματα που το Μπέλφαστ για παράδειγμα προσπαθεί να επιλύσει εδώ και δεκαετίες».
Παράλληλα με τα πιο πάνω, σημειώνεται ότι οι Ελληνοκύπριοι συμμετέχοντες στην έρευνα ήταν στατιστικά σημαντικά πιο σύμφωνοι στο ενδεχόμενο ύπαρξης ενός δήμου που θα ελέγχεται κατά αναλογία πληθυσμού από Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους. Αντίθετα οι Τουρκοκύπριοι συμμετέχοντες ήταν στατιστικά σημαντικά πιο σύμφωνοι στο ενδεχόμενο να υπάρξει ένας δήμος που θα ελέγχεται όμως ισότιμα (50-50 δηλαδή) από Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους καθώς και στατιστικά σημαντικά πιο σύμφωνοι όσον αφορά το ενδεχόμενο ύπαρξης δύο δήμων με κάποιες κοινές αρμοδιότητες και περιοχές επιρροής όπου αυτό κρίνεται αναγκαίο.
«Οι απαντήσεις δηλαδή των δύο κοινοτήτων ακολουθούν σε μεγάλο βαθμό τις κεντρικές πολιτικές θέσεις και επιδιώξεις της μιας και της άλλης πλευράς σε σχέση με τον χαρακτήρα που θα πρέπει να έχει και το ομόσπονδο κράτος σε περίπτωση λύσης» αναφέρει.
Κοινή χρήση χώρων: «Πέρα όμως από τις αρμοδιότητες ρωτήσαμε τους συμμετέχοντες ποιους χώρους θα ήταν διατεθειμένοι να χρησιμοποιούν από κοινού με μέλη της άλλης κοινότητας. Η έρευνα εστίασε σε 11 διαφορετικές κατηγορίες χώρων. Από πάρκα, πλατείες, νοσοκομεία, εμπορικά καταστήματα, χώρους ψυχαγωγίας κτλ, μέχρι γειτονιές, χώρους εργασίας, σχολεία, πανεπιστήμια κ.ο.κ.» αναφέρει ο κ. Χριστοδούλου. «Οι Ελληνοκύπριοι είναι στο σύνολο των χώρων που τέθηκαν προς αξιολόγηση πιο θετικοί από τους Τουρκοκύπριους Αμμοχωστιανούς αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι οι Τουρκοκύπριοι τοποθετούνται αρνητικά. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι και οι δύο εθνοτικές ομάδες «Συμφωνούν» ή «Συμφωνούν Πλήρως» σε ποσοστά που κυμαίνονται για τους Τ/κ από 59,4% μέχρι 68,2% και για τους Ε/κ σε ποσοστά 83,1% μέχρι 91,1% ότι οι δύο κοινότητες πρέπει να χρησιμοποιούν από κοινού πανεπιστήμια, πλατείες/πάρκα, χώρους πολιτισμού, νοσοκομεία, εμπορικά καταστήματα, μέσα μαζικής μεταφοράς, χώρους διεξαγωγής αθλητικών γεγονότων και χώρους ψυχαγωγίας.
Ωστόσο, είναι σημαντικό εδώ να αναφέρουμε ότι οι ποσοστιαίες διαφοροποιήσεις μεταξύ των δύο εθνοτικών ομάδων αυξάνονται όταν οι ερωτήσεις αφορούν χώρους που κατά κανόνα χρησιμοποιούνται περισσότερο σε μια πόλη: χώρους κατοικίας, χώρους εργασίας και σχολεία. Πιο συγκεκριμένα οι Ε/κ «Συμφωνούν» ή «Συμφωνούν Πλήρως» σε ποσοστό 66,4% με το να ζουν στις ίδιες γειτονιές με Τκ, σε ποσοστό 81,1% με το να εργάζονται στους ίδιους χώρους εργασίας με Τ/κ και σε ποσοστό 59,7% με το να στέλνουν τα παιδιά τους στα ίδια δημοτικά, γυμνάσια ή λύκεια. Τα ίδια ποσοστά για τους Τ/κ Αμμοχωστιανούς είναι 35,3%, 44,1% και 31% αντίστοιχα». Αξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγονός ότι σε ερώτημα που αφορούσε το αν θα πρέπει ή όχι να επιστρέψουν οι Ελληνοκύπριοι Αμμοχωστιανοί στην πόλη ως Μ.Ο.Ε. πριν τη συνολική επίτευξη λύσης, οι Ελληνοκύπριοι Αμμοχωστιανοί ήταν στατιστικά σημαντικά πιο θετικοί σε σχέση με τους Τουρκοκύπριους. Πιο συγκεκριμένα οι Ε/κ συμμετέχοντες στην έρευνα αξιολόγησαν θετικά ή εξαιρετικά θετικά αυτό το ενδεχόμενο σε ποσοστό 75,9 %, ενώ οι Τουρκοκύπριοι Αμμοχωστιανοί αξιολογούν θετικά ή εξαιρετικά θετικά αυτό το ενδεχόμενο μόνο σε ποσοστό 30%. Τέλος, σε ερώτημα σχετικά με το πώς βλέπουν οι δύο κοινότητες τις δικοινοτικού χαρακτήρα πρωτοβουλίες που αναπτύσσονται το τελευταίο διάστημα γύρω από το ζήτημα της Αμμοχώστου, Ε/κ και Τ/κ αξιολογούν θετικά ή εξαιρετικά θετικά αυτές τις πρωτοβουλίες σε ποσοστό 74,2% και 67,2% αντίστοιχα.
Διευκρινίζεται ότι οι απαντήσεις των συμμετεχόντων στην έρευνα διαφοροποιούνται σημαντικά ανάλογα με την πολιτική τοποθέτηση, το εισόδημα, το φύλο και την ηλικία των συμμετεχόντων.
- Την ομάδα που ασχολείται με την επικαιροποίηση του Σχεδίου Έκτακτης Δράσης Αμμόχωστου «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ»,
Παράλληλα για θέματα που άπτονται της ανάγκης ενιαίου σχεδιασμού της πόλης της Αμμοχωστου, το Σ.Α.Ε. συνεργάζεται με το τουρκοκυπρικό Union of Chambers of Engineers and Architects που είναι η ομόλογη οργάνωση του Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου και η οποία λειτουργεί από το 1963. Μέσω αυτής της συνεργασίας, έχει ήδη προκύψει η επιτυχής συμπλήρωση της επίβλεψης της συντήρησης των κατοικιών των εγκλωβισμένων Ελληνοκυπρίων στα κατεχόμενα. |