Η Ζωή και τα Θαύματα του - Τα Θαύματα του |
σελίδα 2 από 6
Τα Θαύματά του
Ο Άγιος κατά την επίγειά του ζωή έκαμε πολλά θαύματα τα οποία έγιναν γνωστά σε όλη την Κύπρο. Μετά το θάνατό του (348 μ.Χ.) δεκαεπτά (17) τέτοια θαύματα κατέγραψε ο μαθητής του Τριφύλλιος και είκοσι πέντε (25) ο επίσκοπος Πάφου Θεόδωρος. Πολύ γλαφυρά και παραστατικά περιγράφει αρκετά από τα θαύματα του Αγίου ο Νέαρχος Κληρίδης στο βιβλίο του «Ο Άγιος Σπυρίδωνας και τα έργα του». Μερικά από τα θαύματα αυτά τα δανειζόμαστε και τα παραθέτουμε εδώ όπως ο Ν. Κληρίδης τα αναφέρει στο πιο πάνω βιβλίο του.
Στην περίπτωση της μεγάλης ανομβρίας που πλάκωσε την Κύπρο τότε, όλοι έστρεψαν τα βλέμματά τους προς τον Άγιο Σπυρίδωνα, γιατί πίστευαν πως ο Θεός θα τον άκουε. Κι άρχισε τότε με τις προσευχές του μια βροχή που τελειωμό δεν είχε και που κόντευε να κάνει μεγαλύτερο κακό στον τόπο από την ανομβρία.
Και πάλι με του αγίου τις προσευχές σταμάτησε το κακό. Κι όταν ένας φτωχός σε περίπτωση πείνας μεγάλης πήγε κοντά του και του παραπονέθηκε κλαίοντας πως ο πλούσιος Τρεμετουσιώτης έμπορος με γεμάτες τις αποθήκες του αρνείται να τον δανείσει λίγο σιτάρι για να θρέψει την οικογένειά του, ώσπου νάρθει το καλοκαίρι, οπότε θα του πλήρωνε το δάνειο με τον τόκο του, ο άγ. Σπυρίδωνας τον συμβούλεψε να μην απελπίζεται, γιατί ο Θεός είναι μεγάλος και θα βρει τρόπο να τον βοηθήσει. Την επόμενη μέρα ένας τρομερός κατακλυσμός γκρέμισε τις αποθήκες του σκληρού εκείνου τοκογλύφου και όλοι οι φτωχοί της Τρεμιθούντας μάζεψαν μπόλικο σιτάρι για να θρέψουν τα παιδιά τους στην μεγάλη εκείνη περίοδο της πείνας. Με όλη τη θεϊκή τιμωρία που έπαθε ο τοκογλύφος εκείνος της Τρεμιθούντας, δεν άλλαξε καρδιά και τακτική. Εξακολούθησε νάναι σκληρός προς τους φτωχούς συμπολίτες του και σε μια άλλη περίπτωση πείνας αρνήθηκε να δώσει σ? ένα φτωχό σιτάρι για την οικογένειά του, επιμένοντας να του δώσει ενέχυρο για ασφάλεια. Ο φτωχός έτρεξε στον εύσπλαχνο επίσκοπο και ζήτησε τη βοήθειά του. Ο επίσκοπος όμως, φτωχός σαν κι εκείνο, δεν είχε τίποτε να του δώσει εκτός από λόγους παρηγοριάς και υπομονής. Ο φτωχός γύρισε στο σπίτι του με αδειανά χέρια, αλλά γεμάτος με πίστη στη βοήθεια του Θεού. Σε λίγο μπαίνει στο σπίτι του ο άγ. Σπυρίδωνας και του δίνει ένα ολόχρυσο φίδι, προσθέτοντας πως το δανείστηκε από κάποιο φίλο του, μόνο και μόνο για να τον βοηθήσει να δανειστεί όσο σιτάρι χρειαζόταν για την οικογένειά του.
Ο φτωχός παρουσιάστηκε στον τοκογλύφο, έβαλε ενέχυρο το ολόχρυσο φίδι και πήρε όσο σιτάρι χρειαζόταν. Η σοδειά εκείνη τη χρονιά ήταν εξαιρετικά μεγάλη, κι ο φτωχός μπόρεσε να ετοιμάσει το σιτάρι που δανείστηκε και τον τόκο του. Το παράδωσε στον τοκογλύφο, που λογάριαζε να του μείνει ο θησαυρός, γιατί δε φαντάστηκε ποτέ πως μπορούσε ο φτωχός εκείνος να σοδιάσει τόσο σιτάρι, και παράλαβε το ενέχυρό του. Πήγε αμέσως στον άγ. Σπυρίδωνα και του το παράδωσε. Ο άγ. όμως του είπε να πάνε μαζί να το παραδώσουν εκεί από όπου το δανείστηκε. Πήγαν. Στη μέση του δρόμου πρόσταξε ο άγιος τον φτωχό να βάλει το χρυσαφένιο φίδι. Εκτελεί το θέλημά του και έκπληκτος ο φτωχός βλέπει το φίδι να γίνεται αληθινό, να ζωντανεύει και να κρύβεται σε παρακείμενο θάμνο, ενώ με τη ματιά του είδε που ο άγ. Σπυρίδωνας είχε σηκωμένα τα χέρια και τα μάτια του στον ουρανό. Η ιστορία αυτή συγκίνησε βαθιά όλους τους χριστιανούς της Τρεμιθούντας, μα δεν επρόκειτο να σταματήσει ως εδώ η συγκίνησή τους. Όταν έμαθαν τη νίκη του στην Α' Οικουμενική Σύνοδο στα 325 στη Νίκαια, που ανάγκασε ένα φοβερό συζητητή Αρειανό να παραδεχτεί πως είναι λαθεμένα εκείνα που διδάσκει, μεγάλωσε πιο πολύ ο θαυμασμός τους. Εκείνο όμως που τους έκαμε να παραδεχτούν οριστικά πως ήταν άνθρωπος του Θεού, ήταν που μόλις γύρισε από τη Νίκαια, πήγε στον τάφο της κόρης του Ειρήνης, που πέθανε όταν έλειπε, και τη ρώτησε πού φύλαξε το χρυσαφένιο στολίδι μιας γυναίκας η οποία το ζητούσε από τον άγ. Σπυρίδωνα σαν γύρισε. Η κόρη του του απάντησε από τον τάφο της και, σαν γύρισε σπίτι, βρήκε το κόσμημα στη θέση που του είπε, και το παράδωσε στη γυναίκα που το ζητούσε. Το ίδιο επανέλαβε σε λίγες μέρες, που ένας έμπορος ήρθε από το ταξίδι του στο εξωτερικό, και ζήτησε από τον άγ. Σπυρίδωνα το χρυσαφένιο στολίδι που έδωσε στην κόρη του να φυλάξει, ώσπου να γυρίσει από το ταξίδι.
Η ταπεινή και άγια ζωή του και τα πλήθη των θαυμάτων του τροφοδοτούσαν αδιάκοπα τη φαντασία των χριστιανών σε σημείο πραγματικά εκπληκτικό. Λίγοι από τους αγίους έφτασαν σε τόσο σημείο θαυμασμού από τους συγχρόνους τους, σε όσο έφτασε ο άγ. Σπυρίδωνας, όταν βρισκόταν ακόμη στη ζωή και πατούσε τα χώματα της Τρεμιθούντας. Ποιος τολμούσε να αμφισβητήσει ένα από τα θαύματά του, όπως τα διηγούνταν οι σύγχρονοί του; Και ποιος τολμούσε να αμφισβητήσει τον ισχυρισμό τους πως ένα βράδυ που λειτουργούσε ο άγ. Σπυρίδωνας στον ναό της Τρεμιθούντας, και τυχαία δεν πήγε κανένας χριστιανός στην εκκλησία εκείνο το βράδυ, έψαλλαν μαζί του άγγελοι μέσα στο ναό κι ακούονταν οι ψαλμωδίες των σε μεγάλη απόσταση έξω από το ναό;
Και ποιος τολμούσε να αμφισβητήσει τη δήλωση των υπηρετών του ναού που ένα βράδυ - κάθε βράδυ βρισκόταν ο επίσκοπος στο ναό για την ακολουθία του λεγομένου Λυχνικού, το οποίο γινόταν πάντα με το άναμμα των λύχνων - έλειψε ξαφνικά το λάδι από το ελαιοδοχείο κι ο άγιος με την προσευχή του το έκανε να ξαναγεμίσει σαν γέμισε το ελαιοδοχείο της χήρας από το προφήτην Ηλία.
|