Η Ζωή και τα Θαύματα του - Ο ζωέμπορος και το γίδι |
σελίδα 4 από 6
Ο ζωέμπορος και το γίδι
Όταν ο άγ. Σπυρίδωνας γύρισε στην επισκοπή του από την Αντιόχεια, στην οποία πήγε για να γιατρέψει τον αυτοκράτορα του Βυζαντίου Κωνστάντιο, παρουσιάστηκε μπροστά του ένας ζωέμπορος, με σκοπό να αγοράσει 100 γίδια από το κοπάδι του.
Ο άγιος Σπυρίδωνας δέχτηκε να πουλήσει στον ζωέμπορο τα 100 γίδια που ζήτησε, και συμφώνησαν και για την αξία τους. Ο ζωέμπορος, όμως, που ήξερε πως ο άγ. Σπυρίδωνας δε θα μετρούσε τα χρήματα, πλήρωσε την αξία των 99 γιδιών και στοίβασε τα λεφτά απάνω στο τραπέζι. Ο άγιος του είπε να τα βάλει μέσα στο συρτάρι του ερμαριού του, κι ο ζωέμπορος τάρριξε πρόθυμα στο συρτάρι. Ο άγ. Σπυρίδωνας είπε τότε στον ζωέμπορο να πάει στη μάντρα και να ξεχωρίσει ένα ένα τα πιο παχιά γίδια του κοπαδιού. Ξεχώρισε 100, έκλεισε τη μάντρα και ξεκίνησε, οδηγώντας τα γίδια με τη βοήθεια του παραγιού του. Τη στιγμή που ξεκίνησε, το τελευταίο γίδι ξέφυγε από τα άλλα και, φωνάζοντας μπεε, μπεε, γύρισε κατά τη μάντρα. Ο ζωέμπορος το μάλωσε και, τρέχοντας το με την αγκλίτσα του, το ανάγκασε να προχωρήσει κατά τα άλλα γίδια. Όμως εκείνο πάλιν ξέφυγε και γύρισε κατά τη μάντρα κι ο ζωέμπορος πάλι το μάλωσε και το ανάγκασε να προχωρήσει εκεί που ήθελε αυτός. Δεν τέλειωσε όμως το κυνηγητό του γιδιού, γιατί μόλις σμιγόταν με τα άλλα γίδια, ξέφευγε και γύριζε στη μάντρα, θέλοντας να μείνει εκεί. Ο ζωέμπορος θύμωσε στο τέλος και, με την αγκλίτσα του τσάκωσε το γίδι και το φορτώθηκε στους ώμους του. Το γίδι όμως δεν υποχώρησε. Άρχισε τα μπεε, μπεε και με τα κέρατά του χτυπούσε δυνατά το κεφάλι του ζωέμπορου. Εκείνη τη στιγμή παρουσιάστηκε ο άγ. Σπυρίδωνας και είπε στον ζωέμπορο:
«Άφησέ το, χριστιανέ μου, το γίδι αυτό! Άφησέ το να γυρίσει στη μάντρα. Δε θέλει, βλέπεις να πάει με τ' άλλα γίδια, κι η αιτία είναι που δεν πλήρωσες την αξία του. Πώς ήταν δυνατό να πληρώσεις για 99 γίδια και να πάρεις 100;»
Ο ζωέμπορος κιτρίνισε από το φόβο του. Κατάλαβε το λάθος του, κι έπεσε στα πόδια του αγίου, ζητώντας συγχώρεση. Ο άγιος Σπυρίδωνας τον συγχώρεσε, κι εκείνος με τα 99 γίδια πήγε στο χωριό του, όπου άρχισε να διηγείται σε κάθε χωριανό του την ιστορία αυτή.
|