Λαογραφία - Λαογραφία 2 |
σελίδα 2 από 5
«Ππίλακκα - κούκο»
«Ππίλακκα-κούκο». Αυτό ήταν ένα άλλο αγαπημένο παιγνίδι. Βασικά «σύνεργα» γι' αυτό ήταν ο «κούκος» μια μικρή στρογγυλή πέτρα και «η ππίλακκα» μια πλακουτσωτή. Έστηναν λοιπόν τον «κούκο» σ' ένα μικρό βουναλάκι και κάποιος, αφού πρώτα τα «έλεγαν», το φύλαγε. Οι άλλοι έριχναν τις ππίλακκες για να ρίξουν τον κούκο κάτω. Όσοι δεν τον πετύχαιναν πήγαιναν και στέκονταν δίπλα στις πέτρες τους, έτοιμοι να τις πάρουν και να φύγουν. Μόλις κάποιος άλλος τον πετύχαινε πριν προλάβει αυτός που τον φύλαγε να τον ξαναστήσει στη θέση του και να τους κυνηγήσει. Αν προλάμβανε κάποιον πριν περάσει τη γραμμή, τότε αυτός «καθόταν» και τα «φύλαγε».
Τα γλυκά
Αγαπητό στα κορίτσια ήταν το παιγνίδι που ονομαζόταν «τα γλυκά». Δυο κοπέλες κρατούσαν τα χέρια τους σε καμάρα και οι υπόλοιπες, η μια πίσω από την άλλη, περίμεναν σειρά για να περάσουν από κάτω. Μόλις μια κοπέλα πλησίαζε κατέβαζαν τα χέρια τους, την έκλειναν μέσα και την ρωτούσαν. «Ποιο γλυκό σ' αρέσει; Το καρύδι ή το κεράσι;» Εξυπακούεται ότι από πριν καθοριζόταν ποιο γλυκό αντιπροσώπευε η κάθε μια. Ανάλογα λοιπόν με την απάντησή της, με το πιο γλυκό δηλαδή διάλεγε, στεκόταν και πίσω από την αντίστοιχη κοπέλα. Στο τέλος οι δυο ομάδες που σχηματίζονταν τραβούσαν η μια την άλλη για να δουν ποια θα νικήσει. Νικήτρια αναδεικνυόταν αυτή που θα έριχνε τους αντίπαλους.
«Το λιγκρί»
«Το λιγκρί». Πάνω σε δυο πέτρες τοποθετούσαν οριζόντια ένα λεπτό ξύλο, το λιγκρί. Ο παίκτης κρατούσε ένα άλλο πιο μεγάλο και μ' αυτό κτυπούσε τρεις φορές λέγοντας «μάτσας», «δκυότας», «τρίτσας», «αντρικουλίτσας» δηλαδή μια, δυο, τρεις, τέσσερις φορές.
«Πάπλωμα χρυσό»
Ένα άλλο παιχνίδι που διασκέδαζε ήταν το «πάπλωμα χρυσό». Στέκονταν όλες γραμμή και μια που έμπαινε μπροστά τους ρωτούσε την πρώτη στη γραμμή.
- Έχεις πάπλωμα χρυσό; - Έχω και μεταξωτό, απαντούσε η άλλη και διεξαγόταν ο πιο κάτω διάλογος: - Στείλε μου το να το δω - Πήρεν το ο γιος μου στο σκολειό - Μα άκουσα πως πέθανε - Ποιος παπάς τον έθαψε; - Ο παπάς ο γούμενος τζι η παπαδκιά η γουμένισσα - Έχεις τόπο να περάσουμε;
Και τότε περνούσε η πρώτη σταυρώντοντας τα χέρια με την άλλη κοπέλα. Το ίδιο επαναλαμβανόταν με την κάθε μια ξεχωριστά. Όταν τέλειωναν όλες, η τελευταία της σειράς έμπαινε πρώτη και εκείνη που ρωτούσε προηγουμένως, τελευταία.
|